Ηλεκτροδοτώ στα κροατικά
Μετάφραση: ηλεκτροδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
electrifies
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ηλεκτροδοτώ
ηλεκτροδοτώ λεξικό γλώσσας κροατικά, ηλεκτροδοτώ στα κροατικά
Μεταφράσεις
- ηλίθιος στα κροατικά - glup, magareći, idiot, budala, idiote, idiotom
- ηλεκτρίζω στα κροατικά - elektrifikovati, electrify, naelektriziralo, naelektrizirati
- ηλεκτροκαρδιογράφημα στα κροατικά - elektrokardiogram, elektrokardiogramu, elektrokardiogramom, EKG, elektrokardiogram također
- ηλεκτρολόγος στα κροατικά - električar, elektrotehničar, električara, elektrotehnički, elektrotehnički stručnjak, električaru
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτροδοτώ στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: electrifies
Μεταφράσεις: electrifies