Ηλεκτροδοτώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: ηλεκτροδοτώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sähköistää
Ηλεκτροδοτώ στα φινλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ηλεκτροδοτώ

ηλεκτροδοτώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, ηλεκτροδοτώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ηλίθιος στα φινλανδικά - mieletön, typerä, älytön, idiootti, idiot, idioottia, idiootilta
  • ηλεκτρίζω στα φινλανδικά - sähköistää, sähköistys, electrify, sähköistys voidaan, sähköistävät
  • ηλεκτροκαρδιογράφημα στα φινλανδικά - ekg, sydänfilmi, elektrokardiogrammi, elektrokardiogrammin
  • ηλεκτρολόγος στα φινλανδικά - sähkömies, sähköasentaja, sähköasentajan, sähköasentajaan, sähköasentajaa
Τυχαίες λέξεις
Ηλεκτροδοτώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: sähköistää