Μονοπώλιο στα ισπανικά
Μετάφραση: μονοπώλιο, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
monopolio, el monopolio, monopolio de, de monopolio, monopolista
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοπώλιο
μονοπώλιο πετραλωνα, μονοπώλιο βικιπαιδεια, μονοπώλιο στον οπαπ, μονοπώλιο οπαπ, μονοπώλιο επε, μονοπώλιο λεξικό γλώσσας ισπανικά, μονοπώλιο στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- μονοπάτι στα ισπανικά - pista, carril, recorrido, sendero, camino, senda, estela, ...
- μονοπάτια στα ισπανικά - senda, senderos, caminos, rastros, rutas, pistas
- μοντέλο στα ισπανικά - ejemplar, molde, modelar, modelo, maqueta, modelo de, el modelo, ...
- μοντέρνος στα ισπανικά - moderno, moderna, modernos, modernas
Τυχαίες λέξεις
Μονοπώλιο στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: monopolio, el monopolio, monopolio de, de monopolio, monopolista
Μεταφράσεις: monopolio, el monopolio, monopolio de, de monopolio, monopolista