Μονοπώλιο στα τσεχικά
Μετάφραση: μονοπώλιο, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
monopol, monopolní, monopolu, monopolem, monopolním
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοπώλιο
μονοπώλιο πετραλωνα, μονοπώλιο βικιπαιδεια, μονοπώλιο στον οπαπ, μονοπώλιο οπαπ, μονοπώλιο επε, μονοπώλιο λεξικό γλώσσας τσεχικά, μονοπώλιο στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- μονοπάτι στα τσεχικά - trať, cestička, chodník, vyslídit, trajektorie, brázda, koleje, ...
- μονοπάτια στα τσεχικά - dráha, pěšina, cesta, cestička, stezky, trasy, tras, ...
- μοντέλο στα τσεχικά - zformovat, vzorný, tvarovat, modelovat, model, vytvořit, modelka, ...
- μοντέρνος στα τσεχικά - novodobý, současný, moderní, novověký, moderního, moderním, moderně, ...
Τυχαίες λέξεις
Μονοπώλιο στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: monopol, monopolní, monopolu, monopolem, monopolním
Μεταφράσεις: monopol, monopolní, monopolu, monopolem, monopolním