Μονοπώλιο στα γερμανικά

Μετάφραση: μονοπώλιο, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
monopol, alleinverkaufsrecht, monopolstellung, alleinverkauf, Monopol, Monopolstellung, Monopols
Μονοπώλιο στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονοπώλιο

μονοπώλιο πετραλωνα, μονοπώλιο βικιπαιδεια, μονοπώλιο στον οπαπ, μονοπώλιο οπαπ, μονοπώλιο επε, μονοπώλιο λεξικό γλώσσας γερμανικά, μονοπώλιο στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • μονοπάτι στα γερμανικά - jagen, trampelpfad, rennbahn, bahn, geleise, verfolgen, weg, ...
  • μονοπάτια στα γερμανικά - bahn, Wanderwege, Wegen, Trails, Wege, Loipen
  • μοντέλο στα γερμανικά - experimentell, formen, leitbild, modellfall, muster, model, modellieren, ...
  • μοντέρνος στα γερμανικά - neuzeitlich, zeitgerecht, modern, modernen, moderne, moderner, modernes
Τυχαίες λέξεις
Μονοπώλιο στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: monopol, alleinverkaufsrecht, monopolstellung, alleinverkauf, Monopol, Monopolstellung, Monopols