Μονοπώλιο στα τούρκικα
Μετάφραση: μονοπώλιο, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tekel, tekelci, tekeli, monopol, tekelinin
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μονοπώλιο
μονοπώλιο πετραλωνα, μονοπώλιο βικιπαιδεια, μονοπώλιο στον οπαπ, μονοπώλιο οπαπ, μονοπώλιο επε, μονοπώλιο λεξικό γλώσσας τούρκικα, μονοπώλιο στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μονοπάτι στα τούρκικα - ray, patika, iz, yol, yolu, yolunu, path, ...
- μονοπάτια στα τούρκικα - rotaları, yollar, parkurları, parkurlarına, rotalar
- μοντέλο στα τούρκικα - model, örnek, modeli, modelinin, modelin
- μοντέρνος στα τούρκικα - çağdaş, çağcıl, modern, modern bir
Τυχαίες λέξεις
Μονοπώλιο στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: tekel, tekelci, tekeli, monopol, tekelinin
Μεταφράσεις: tekel, tekelci, tekeli, monopol, tekelinin