Εγχειρίζω στα ιταλικά
Μετάφραση: εγχειρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
funzionare, servire, operare, encheirizo
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγχειρίζω
εγχειρίζω λεξικό, εγχειρίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, εγχειρίζω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- εγχείρηση στα ιταλικά - servizio, operazione, funzionamento, chirurgia, intervento chirurgico, la chirurgia, un intervento chirurgico, ...
- εγχειρίδιο στα ιταλικά - manuale, guida, manuale di, Istruzioni, Istruzioni per, d'uso
- εγωισμός στα ιταλικά - egoismo, l'egoismo, dell'egoismo, dall'egoismo, egoismi
- εγωιστής στα ιταλικά - egoista, egoisti, egoist, dell'egoista
Τυχαίες λέξεις
Εγχειρίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: funzionare, servire, operare, encheirizo
Μεταφράσεις: funzionare, servire, operare, encheirizo