Εγχειρίζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: εγχειρίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
operere, betjene, virke, encheirizo
Εγχειρίζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εγχειρίζω

εγχειρίζω λεξικό, εγχειρίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εγχειρίζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • εγχείρηση στα νορβηγικά - operasjon, virksomhet, drift, kirurgi, operasjonen, kirurgi for
  • εγχειρίδιο στα νορβηγικά - håndbok, manuell, manual, manuelle, manualen, håndboken
  • εγωισμός στα νορβηγικά - egoisme, egoismen, egoismens
  • εγωιστής στα νορβηγικά - egoistisk, egenkjærlig, egoist, egoisten
Τυχαίες λέξεις
Εγχειρίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: operere, betjene, virke, encheirizo