Ακονίζω στα κροατικά
Μετάφραση: ακονίζω, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
oštriti, zašiljiti, naoštriti, izoštriti, izoštri, postizanje oštrijeg, povećanju oštrine
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακονίζω
ακονίζω μαχαίρια, πως ακονίζω, ακονίζω το μυαλό μου, ακονίζω στα αγγλικα, ακονίζω συνώνυμα, ακονίζω λεξικό γλώσσας κροατικά, ακονίζω στα κροατικά
Μεταφράσεις
- ακολουθία στα κροατικά - praćenje, sljedeće, nastavak, ovaj, pratnja, straža, otpratiti, ...
- ακολουθώ στα κροατικά - slijediti, slijedite, razumjeti, pratiti, slijede, pratite
- ακουμπώ στα κροατικά - naslanjanje, mršav, slab, osloniti, dodir, dirati, dotaknuti, ...
- ακουστική στα κροατικά - akustika, akustike, akustiku, Acoustics, akustici
Τυχαίες λέξεις
Ακονίζω στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: oštriti, zašiljiti, naoštriti, izoštriti, izoštri, postizanje oštrijeg, povećanju oštrine
Μεταφράσεις: oštriti, zašiljiti, naoštriti, izoštriti, izoštri, postizanje oštrijeg, povećanju oštrine