Ακονίζω στα νορβηγικά

Μετάφραση: ακονίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kvesse, skjerpe, skarpere, spisse, slipe, å skjerpe
Ακονίζω στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ακονίζω

ακονίζω μαχαίρια, πως ακονίζω, ακονίζω το μυαλό μου, ακονίζω στα αγγλικα, ακονίζω συνώνυμα, ακονίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ακονίζω στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ακολουθία στα νορβηγικά - suite, påfølgende, følgende, neste, følge, eskorte, sekvens, ...
  • ακολουθώ στα νορβηγικά - følge, etterfølge, ledsage, forfølge, arbeide, å forfølge, arbeide for
  • ακουμπώ στα νορβηγικά - mager, lene, skrinn, berøre, røre, berører, berøring, ...
  • ακουστική στα νορβηγικά - akustikk, akustikken, akustiske
Τυχαίες λέξεις
Ακονίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: kvesse, skjerpe, skarpere, spisse, slipe, å skjerpe