Γενική στα κροατικά
Μετάφραση: γενική, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
genitiv, opći, general, općenito, cjelini, generalnog
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενική
γενική γραμματεία καταναλωτή, γενική γραμματεία ισότητας, γενική γραμματεία πληροφοριακών συστημάτων, γενική γραμματεία εμπορίου, γενική γραμματεία δια βίου μάθησης, γενική λεξικό γλώσσας κροατικά, γενική στα κροατικά
Μεταφράσεις
- γενιά στα κροατικά - generiranje, stvaranje, pokoljenje, naraštaj, generacija, generacije, generaciju
- γενικά στα κροατικά - općenito, obično, uopće, obični, uglavnom, se općenito, pravilu
- γενικός στα κροατικά - njemački, opća, opće, sveobuhvatnom, općenito, general, sveopći, ...
- γενικότητα στα κροατικά - općenitost, općenitosti, uopćenost, se općenitost
Τυχαίες λέξεις
Γενική στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: genitiv, opći, general, općenito, cjelini, generalnog
Μεταφράσεις: genitiv, opći, general, općenito, cjelini, generalnog