Γενική στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γενική, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
генеральны, генэральны
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γενική
γενική γραμματεία καταναλωτή, γενική γραμματεία ισότητας, γενική γραμματεία πληροφοριακών συστημάτων, γενική γραμματεία εμπορίου, γενική γραμματεία δια βίου μάθησης, γενική λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γενική στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γενιά στα λευκορωσικά - пакаленне, пакаленьне
- γενικά στα λευκορωσικά - ў цэлым
- γενικός στα λευκορωσικά - генеральны, генэральны
- γενικότητα στα λευκορωσικά - усеагульнасць, ўсеагульнасць, паўсюднасць, ўсеагульнасьць
Τυχαίες λέξεις
Γενική στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: генеральны, генэральны
Μεταφράσεις: генеральны, генэральны