Προσωπικό στα λετονικά
Μετάφραση: προσωπικό, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
personāls, štats, fakultāte, darbinieki, personāla, darbiniekiem, personālu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσωπικό
προσωπικό νεύρο ανατομία, προσωπικό ασφαλείας σε απεργία, προσωπικό ημερολόγιο, προσωπικό ιδιωτικής ασφάλειας, προσωπικό ωροσκόπιο, προσωπικό λεξικό γλώσσας λετονικά, προσωπικό στα λετονικά
Μεταφράσεις
- προσωπείο στα λετονικά - maska, maskēt, masku, maskētu, slēpt
- προσωπικά στα λετονικά - personiski, personīgi, esat
- προσωπικός στα λετονικά - privāts, personisks, personīgs, personīgo, personīgā, personisko, personīgās
- προσωπικότητα στα λετονικά - personība, personības, personību, personas, personas statuss
Τυχαίες λέξεις
Προσωπικό στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: personāls, štats, fakultāte, darbinieki, personāla, darbiniekiem, personālu
Μεταφράσεις: personāls, štats, fakultāte, darbinieki, personāla, darbiniekiem, personālu