Αμέσως στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αμέσως, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зараз, неадкладна, адразу, адразу ж, зараз жа
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμέσως
αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως άμεσα, αμέσως βικιλεξικο, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσως λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αμέσως στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αμέλεια στα λευκορωσικά - нядбайнасць, нядбайнасці, нядбальства, абыякавасць
- αμέριμνος στα λευκορωσικά - вясёлы, веселый, вясёлае
- αμίαντος στα λευκορωσικά - азбест, асбест
- αμαθής στα λευκορωσικά - непісьменны, няграматны, неабазнаны, неграмотный, неабазнаны і
Τυχαίες λέξεις
Αμέσως στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: зараз, неадкладна, адразу, адразу ж, зараз жа
Μεταφράσεις: зараз, неадкладна, адразу, адразу ж, зараз жа