Αμέσως στα γερμανικά

Μετάφραση: αμέσως, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
unmittelbar, sogleich, direkt, sofort, augenblicklich, unverzüglich, umgehend
Αμέσως στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμέσως

αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως άμεσα, αμέσως βικιλεξικο, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσως λεξικό γλώσσας γερμανικά, αμέσως στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αμέλεια στα γερμανικά - vernachlässigung, fahrlässigkeit, überspringen, achtlosigkeit, auslassen, nachlässigkeit, nichtbeachtung, ...
  • αμέριμνος στα γερμανικά - sorgenfrei, sorglos, unbesorgt, sorgenlos, heiter, unbeschwert, fröhlich, ...
  • αμίαντος στα γερμανικά - asbest, Asbest
  • αμαθής στα γερμανικά - ungebildet, unwissend, dumm, verlernt, ungelernten, unlearned, ungelehrte, ...
Τυχαίες λέξεις
Αμέσως στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: unmittelbar, sogleich, direkt, sofort, augenblicklich, unverzüglich, umgehend