Αμέσως στα τούρκικα
Μετάφραση: αμέσως, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
hemen, derhal, anında, şimdi
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμέσως
αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως άμεσα, αμέσως βικιλεξικο, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσως λεξικό γλώσσας τούρκικα, αμέσως στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- αμέλεια στα τούρκικα - ihmal, kayıtsızlık, ihmali, bir ihmal, ihmalin, ihmalden
- αμέριμνος στα τούρκικα - kaygısız, açık yürekli, yürekli, tasasız, açık yürekli bir
- αμίαντος στα τούρκικα - asbest, amyant, asbestli, asbestos, asbestsiz
- αμαθής στα τούρκικα - bilgisiz, unlearned, öğrenilmemiş, cahil, çalışarak öğrenilmeyen
Τυχαίες λέξεις
Αμέσως στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: hemen, derhal, anında, şimdi
Μεταφράσεις: hemen, derhal, anında, şimdi