Αμέσως στα σλοβενικά
Μετάφραση: αμέσως, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
takoj, nemudoma, je takoj, neposredno, pomislekov takoj
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αμέσως
αμέσως συνώνυμα, αμέσως μετά τη σύλληψη, αμέσως άμεσα, αμέσως βικιλεξικο, αμέσωσ στα αγγλικά, αμέσως λεξικό γλώσσας σλοβενικά, αμέσως στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- αμέλεια στα σλοβενικά - malomarnosti, malomarnost, malomarnostjo, z malomarnostjo
- αμέριμνος στα σλοβενικά - lahkotnim, lahkoten, lahkotna
- αμίαντος στα σλοβενικά - azbest, azbesta, azbestno, azbestnega
- αμαθής στα σλοβενικά - neuk, Neučen
Τυχαίες λέξεις
Αμέσως στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: takoj, nemudoma, je takoj, neposredno, pomislekov takoj
Μεταφράσεις: takoj, nemudoma, je takoj, neposredno, pomislekov takoj