Διασταύρωση στα λευκορωσικά
Μετάφραση: διασταύρωση, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
злучэнне, злучэньне, спалучэнне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασταύρωση
διασταύρωση πεύκου, διασταύρωση ελέγχου, διασταύρωση αφμ, διασταύρωση αίματοσ, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, διασταύρωση στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διαστέλλω στα λευκορωσικά - распаўсюджвацца, пашырацца
- διασταλτός στα λευκορωσικά - расцяжымасцю, расцяжымасць, расцяжнай, расцяжымасці, расцяжнасць
- διαστολή στα λευκορωσικά - пашырэнне, пашырэньне
- διαστρεβλώνω στα λευκορωσικά - скажэнне, скажэньне, перайначанне
Τυχαίες λέξεις
Διασταύρωση στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: злучэнне, злучэньне, спалучэнне
Μεταφράσεις: злучэнне, злучэньне, спалучэнне