Διασταύρωση στα τσεχικά

Μετάφραση: διασταύρωση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
spojování, uzel, spojka, křižovatka, spojení, uzlem, křižovatky
Διασταύρωση στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διασταύρωση

διασταύρωση πεύκου, διασταύρωση ελέγχου, διασταύρωση αφμ, διασταύρωση αίματοσ, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λεξικό γλώσσας τσεχικά, διασταύρωση στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • διαστέλλω στα τσεχικά - zvětšit, rozložit, rozkládat, rozpínat, rozbalit, rozšířit, rozvinout, ...
  • διασταλτός στα τσεχικά - rozpínavý, rozšířený
  • διαστολή στα τσεχικά - rozpínavost, zvětšení, rozmach, rozpětí, expanze, rozšíření, rozmnožení, ...
  • διαστρεβλώνω στα τσεχικά - zdeformovat, zkroutit, osnova, pokřivit, deformovat, překroutit
Τυχαίες λέξεις
Διασταύρωση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: spojování, uzel, spojka, křižovatka, spojení, uzlem, křižovatky