Αρτηριακός στα νορβηγικά
Μετάφραση: αρτηριακός, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
arteriell, arterielle, arterielt, arterial
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αρτηριακός
αρτηριακόσ κύκλοσ του willis, αρτηριακός πόρος, αρτηριακός κώνος, αρτηριακός σφυγμός, αρτηριακός κορμός, αρτηριακός λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αρτηριακός στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- αρρώστια στα νορβηγικά - sykdom, lidelse, sykdommen, sykdoms, sykdommer
- αρτηρία στα νορβηγικά - arterie, arterien, Arteria, lunge, pulsåren
- αρχάγγελος στα νορβηγικά - erkeengelen, engelen, erke, erkeengel, archangel
- αρχάριος στα νορβηγικά - nybegynner, nybegynnere, nybegynneren, uerfarne, novise
Τυχαίες λέξεις
Αρτηριακός στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: arteriell, arterielle, arterielt, arterial
Μεταφράσεις: arteriell, arterielle, arterielt, arterial