Αρτηριακός στα πολωνικά

Μετάφραση: αρτηριακός, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tętnicowy, tętniczy, przelotowy, tętnicze, tętniczego, tętniczym, tętnicza
Αρτηριακός στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρτηριακός

αρτηριακόσ κύκλοσ του willis, αρτηριακός πόρος, αρτηριακός κώνος, αρτηριακός σφυγμός, αρτηριακός κορμός, αρτηριακός λεξικό γλώσσας πολωνικά, αρτηριακός στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • αρρώστια στα πολωνικά - przypadłość, dolegliwość, stan, choroba, niedomaganie, schorzenie, ból, ...
  • αρτηρία στα πολωνικά - tętnica, arteria, kończyna, tętnicy, tętnic, tętnicę
  • αρχάγγελος στα πολωνικά - archanioł, Archangel, archanioła, archaniołem, archaniołowie
  • αρχάριος στα πολωνικά - nowicjusz, początkujący, początkującym, nowicjuszem, nowicjuszka
Τυχαίες λέξεις
Αρτηριακός στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: tętnicowy, tętniczy, przelotowy, tętnicze, tętniczego, tętniczym, tętnicza