Αρτηριακός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αρτηριακός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
arterial, arteriais, arterial de, artéria
Αρτηριακός στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρτηριακός

αρτηριακόσ κύκλοσ του willis, αρτηριακός πόρος, αρτηριακός κώνος, αρτηριακός σφυγμός, αρτηριακός κορμός, αρτηριακός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αρτηριακός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αρρώστια στα πορτογαλικά - desdenhar, mal, desprezar, doença, doenças, doente, da doença, ...
  • αρτηρία στα πορτογαλικά - artéria, arterial, da artéria, artérias, de artéria
  • αρχάγγελος στα πορτογαλικά - arcanjo, Archangel, o Arcanjo, do arcanjo
  • αρχάριος στα πορτογαλικά - novato, noviço, principiante, iniciante, novatos
Τυχαίες λέξεις
Αρτηριακός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: arterial, arteriais, arterial de, artéria