Πρόσφατος στα νορβηγικά
Μετάφραση: πρόσφατος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
fersk, siste, nylige, nylig, nyere
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρόσφατος
πρόσφατος συνώνυμο, πρόσφατος σεισμός, πρόσφατος νόμος για τα ναρκωτικά, πρόσφατος σεισμός στην ελλάδα, πρόσφατος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, πρόσφατος στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- πρόστυχος στα νορβηγικά - klar, tykk, ren, bitchy
- πρόσφατα στα νορβηγικά - nylig, har nylig, sist, siste, Alle reisetilbud Nylig
- πρόσφορος στα νορβηγικά - passende, praktisk, enkel, praktiske, byens
- πρόσφυγας στα νορβηγικά - flyktning, flyktninge, flyktninger, flyktn
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφατος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: fersk, siste, nylige, nylig, nyere
Μεταφράσεις: fersk, siste, nylige, nylig, nyere