Πρόσφατος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: πρόσφατος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
последните, неодамнешното, последниве, неодамнешната, неодамнешните
Πρόσφατος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρόσφατος

πρόσφατος συνώνυμο, πρόσφατος σεισμός, πρόσφατος νόμος για τα ναρκωτικά, πρόσφατος σεισμός στην ελλάδα, πρόσφατος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πρόσφατος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • πρόστυχος στα σλαβομακεδονικά - bitchy
  • πρόσφατα στα σλαβομακεδονικά - неодамна, неодамна се, од неодамна, последно, неодамна го
  • πρόσφορος στα σλαβομακεδονικά - удобен, лесен, пригоден, погодно, погодни
  • πρόσφυγας στα σλαβομακεδονικά - бегалци, бегалец, бегалски, бегалците, бегалските
Τυχαίες λέξεις
Πρόσφατος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: последните, неодамнешното, последниве, неодамнешната, неодамнешните