Ντόπιος στα ουγγρικά

Μετάφραση: ντόπιος, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bennszülött, natív, őshonos, természetes, a natív
Ντόπιος στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντόπιος

ντόπιος αγγλικά, ντόπιος συνώνυμο, σόφκα ντόπιος, ντόπιος στα αγγλικά, ξενόφερτα ντόπιος, ντόπιος λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ντόπιος στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • ντροπαλότητα στα ουγγρικά - szemérmesség, félénkség, a félénkség, félénksége, félénkséget, félénkségét
  • ντόμπρος στα ουγγρικά - partmeredély, őszinte, szókimondó, nyíltan, a szókimondó
  • ντόρος στα ουγγρικά - zümmögés, Buzz, fless, zümmögnek
  • ντύνομαι στα ουγγρικά - kiöltözik, öltöztetős, dress up, öltöztetése, Öltöztesd fel
Τυχαίες λέξεις
Ντόπιος στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bennszülött, natív, őshonos, természetes, a natív