Ντόπιος στα τσεχικά

Μετάφραση: ντόπιος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
domorodec, vrozený, domácí, rodný, tuzemský, tuzemec, rodilý, rodák
Ντόπιος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντόπιος

ντόπιος αγγλικά, ντόπιος συνώνυμο, σόφκα ντόπιος, ντόπιος στα αγγλικά, ξενόφερτα ντόπιος, ντόπιος λεξικό γλώσσας τσεχικά, ντόπιος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • ντροπαλότητα στα τσεχικά - nesmělost, ostýchavost, bázlivost, bojácnost, stud, plachost, stydlivost, ...
  • ντόμπρος στα τσεχικά - otevřený, klamání, klamat, srázný, příkrý, klam, kolmý, ...
  • ντόρος στα τσεχικά - hluk, povyk, zmatek, šum, bzučet, buzz, buzzy, ...
  • ντύνομαι στα τσεχικά - strojit, oblékání, oděv, ošetřit, oblek, obvázat, upravit, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντόπιος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: domorodec, vrozený, domácí, rodný, tuzemský, tuzemec, rodilý, rodák