Ντόπιος στα πολωνικά

Μετάφραση: ντόπιος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krajowy, rodak, autochtoniczny, miejscowy, krajowiec, tubylec, ojczysty, tubylczy, rodzimy, zwykły, mieszkaniec, rodowity, rodzinny
Ντόπιος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντόπιος

ντόπιος αγγλικά, ντόπιος συνώνυμο, σόφκα ντόπιος, ντόπιος στα αγγλικά, ξενόφερτα ντόπιος, ντόπιος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ντόπιος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ντροπαλότητα στα πολωνικά - nieśmiałość, wstydliwość, nieśmiałości, nieśmiałością, shyness, bojaźliwość
  • ντόμπρος στα πολωνικά - bluff, rozszerzalny, bluffować, blaga, niezgrabny, stromy, oszustwo, ...
  • ντόρος στα πολωνικά - hałas, gonitwa, zamieszanie, wrzawa, ceregiele, brzęczenie, gwar, ...
  • ντύνομαι στα πολωνικά - odziać, ubierać, uszlachetniać, ubiór, bandażować, frak, opatrzyć, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντόπιος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: krajowy, rodak, autochtoniczny, miejscowy, krajowiec, tubylec, ojczysty, tubylczy, rodzimy, zwykły, mieszkaniec, rodowity, rodzinny