Ντόπιος στα σλοβενικά
Μετάφραση: ντόπιος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
domorodec, materni, avtohtone, rojen, izvirnega, rodu
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντόπιος
ντόπιος αγγλικά, ντόπιος συνώνυμο, σόφκα ντόπιος, ντόπιος στα αγγλικά, ξενόφερτα ντόπιος, ντόπιος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ντόπιος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ντροπαλότητα στα σλοβενικά - stud, sramežljivost, sramežljivosti, plahost, Stidljivost
- ντόμπρος στα σλοβενικά - brez dlake na jeziku, dlake na jeziku, Iskren, glasen, Izgovoren
- ντόρος στα σλοβενικά - buzz, iskrica
- ντύνομαι στα σλοβενικά - obleči, strojit, obleko gor, oblačenja up, Nagizdati, obleko
Τυχαίες λέξεις
Ντόπιος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: domorodec, materni, avtohtone, rojen, izvirnega, rodu
Μεταφράσεις: domorodec, materni, avtohtone, rojen, izvirnega, rodu