Ντόπιος στα σουηδικά
Μετάφραση: ντόπιος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
inhemsk, inföding, infödd, nativ, nativt, nativa, infödda
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντόπιος
ντόπιος αγγλικά, ντόπιος συνώνυμο, σόφκα ντόπιος, ντόπιος στα αγγλικά, ξενόφερτα ντόπιος, ντόπιος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ντόπιος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ντροπαλότητα στα σουηδικά - blyghet, skygghet, shyness, blygheten, blygsel
- ντόμπρος στα σουηδικά - uppriktig, frispråkig, frispråkiga, uttalad, outspoken, uttalade
- ντόρος στα σουηδικά - surr, telefon, telefonen, buzz, pulsen
- ντύνομαι στα σουηδικά - kläda, klänning, dräkt, kläder, klä upp, dress up, klär upp, ...
Τυχαίες λέξεις
Ντόπιος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: inhemsk, inföding, infödd, nativ, nativt, nativa, infödda
Μεταφράσεις: inhemsk, inföding, infödd, nativ, nativt, nativa, infödda