Δωσίλογος στα ρουμανικά

Μετάφραση: δωσίλογος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
colaboratori, colaboratorii, colaboratorilor, de colaboratori, a colaboratorilor
Δωσίλογος στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δωσίλογος

δοσίλογος δοσίλογος, δοσίλογος λεξικο, δωσίλογος σημασία, δωσίλογος ετυμολογία, δωσίλογος ή δοσίλογος, δωσίλογος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, δωσίλογος στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • δωροδοκία στα ρουμανικά - mită, mita, de mită, mită de, mitei
  • δωροληψία στα ρουμανικά - venalitate, venalitatea, venalității, corupție
  • δωσιδικία στα ρουμανικά - obligaţie, competență, competența, jurisdicția, jurisdicție, competența judiciară
  • δόγμα στα ρουμανικά - dogmă, doctrină, doctrina, doctrinei, doctrine, învățătura
Τυχαίες λέξεις
Δωσίλογος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: colaboratori, colaboratorii, colaboratorilor, de colaboratori, a colaboratorilor