Δωσίλογος στα τσεχικά

Μετάφραση: δωσίλογος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zodpovědný, odpovědný, spolupracovníci, spolupracovníky, spolupracovníků, spolupracovníkům, kolaboranti
Δωσίλογος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δωσίλογος

δοσίλογος δοσίλογος, δοσίλογος λεξικο, δωσίλογος σημασία, δωσίλογος ετυμολογία, δωσίλογος ή δοσίλογος, δωσίλογος λεξικό γλώσσας τσεχικά, δωσίλογος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • δωροδοκία στα τσεχικά - úplatkářství, uplácení, korupce, podplácení, úplatek, úplatku, úplatkem, ...
  • δωροληψία στα τσεχικά - korupce, prodejnost, podplatitelnost
  • δωσιδικία στα τσεχικά - závazek, povinnost, odpovědnost, jurisdikce, příslušnost, pravomoc, příslušnosti, ...
  • δόγμα στα τσεχικά - podstata, doktrína, zásada, princip, dogma, učení, nauka, ...
Τυχαίες λέξεις
Δωσίλογος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: zodpovědný, odpovědný, spolupracovníci, spolupracovníky, spolupracovníků, spolupracovníkům, kolaboranti