Υπαγόρευση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: υπαγόρευση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
диктат, диктирање, диктафон, по диктат, за диктирање
Υπαγόρευση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υπαγόρευση

υπαγόρευση κειμένου, μουσική υπαγόρευση, φωνητική υπαγόρευση, υπαγόρευση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, υπαγόρευση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • υπήκοος στα σλαβομακεδονικά - националните, национални, национално, Националниот, Националната
  • υπαγορεύω στα σλαβομακεδονικά - диктира, диктираат, диктат, ги диктираат, да диктира
  • υπαινίσσομαι στα σλαβομακεδονικά - инсинуирам, вовлече
  • υπαινιγμός στα σλαβομακεδονικά - навестување, совет, закажаната, знак, трага
Τυχαίες λέξεις
Υπαγόρευση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: диктат, диктирање, диктафон, по диктат, за диктирање