Υπαγόρευση στα τσεχικά
Μετάφραση: υπαγόρευση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
diktát, diktování, diktátu, diktafon, hlasové poznámky
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υπαγόρευση
υπαγόρευση κειμένου, μουσική υπαγόρευση, φωνητική υπαγόρευση, υπαγόρευση λεξικό γλώσσας τσεχικά, υπαγόρευση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- υπήκοος στα τσεχικά - téma, poddajný, poddaný, jedinec, objekt, námět, osoba, ...
- υπαγορεύω στα τσεχικά - příkaz, nadiktovat, předpis, předpisovat, nařídit, přikazovat, diktovat, ...
- υπαινίσσομαι στα τσεχικά - namlouvat, našeptávat, vniknout, naznačit, naznačovat, diskrétně
- υπαινιγμός στα τσεχικά - pokyn, narážka, stopa, náznak, nápověda, insinuace, našeptávání, ...
Τυχαίες λέξεις
Υπαγόρευση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: diktát, diktování, diktátu, diktafon, hlasové poznámky
Μεταφράσεις: diktát, diktování, diktátu, diktafon, hlasové poznámky