Δεσπόζω στα σουηδικά

Μετάφραση: δεσπόζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
dominera, overtop, HÖGRE, HÖGRE ÄN
Δεσπόζω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεσπόζω

δεσπόζω βικιλεξικο, δεσπόζω λεξικο, θεσπίζω ορισμός, δεσπόζω ετυμολογία, δεσπόζω συνώνυμα, δεσπόζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, δεσπόζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • δεσποινίς στα σουηδικά - fröken, sakna, mademoiselle, mademoisellen
  • δεσποτικός στα σουηδικά - masterful, mästerlig, mäster, Mästerligt, mästerliga
  • δευτερεύων στα σουηδικά - sekundär, sekundära, andra, sekundärt
  • δευτερόλεπτο στα σουηδικά - andra, sekund, näst
Τυχαίες λέξεις
Δεσπόζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: dominera, overtop, HÖGRE, HÖGRE ÄN