Μηχανεύομαι στα σουηδικά
Μετάφραση: μηχανεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ingenjör, contrive, contrive för, snärja, LYCKAS
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μηχανεύομαι
μηχανεύομαι συνώνυμα, μηχανεύομαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, μηχανεύομαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- μηχανάκι στα σουηδικά - spole, motorcykel, motor cykel, motorisk cykel, motor bike, moped
- μηχανή στα σουηδικά - motor, motorcykel, lokomotiv, maskin, maskinen, maskinens
- μηχανικός στα σουηδικά - ingenjör, mekaniker, ingenjören, iscensätter, engineer
- μηχανισμός στα σουηδικά - mekanism, mekanismen, mekanism för
Τυχαίες λέξεις
Μηχανεύομαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: ingenjör, contrive, contrive för, snärja, LYCKAS
Μεταφράσεις: ingenjör, contrive, contrive för, snärja, LYCKAS