Κατανάλωση στα τσεχικά
Μετάφραση: κατανάλωση, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
odbyt, opotřebování, spotřeba, spotřeby, spotřebu, spotřebě, konzumace
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατανάλωση
κατανάλωση v strom 650, κατανάλωση αντωνυμο, κατανάλωση κρέατος, κατανάλωση νερού ανά κάτοικο, κατανάλωση νερού, κατανάλωση λεξικό γλώσσας τσεχικά, κατανάλωση στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- καταμερισμός στα τσεχικά - přidělení, přiřčení, rozdělení, rozvržení nákladů, je rozdělení, poměrné
- καταμετρώ στα τσεχικά - souhlasit, zaznamenat, počítat, vyměřit
- κατανέμω στα τσεχικά - rozdělit, rozvrhnout, dávka, porce, příděl, přiřknout, určit, ...
- καταναλωτής στα τσεχικά - odběratel, konzument, zákazník, spotřebitel, spotřebitele, spotřebitelů, spotřebitelských, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατανάλωση στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: odbyt, opotřebování, spotřeba, spotřeby, spotřebu, spotřebě, konzumace
Μεταφράσεις: odbyt, opotřebování, spotřeba, spotřeby, spotřebu, spotřebě, konzumace