Κατανάλωση στα γερμανικά

Μετάφραση: κατανάλωση, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
zusammenfassung, konsum, verbrauch, Verbrauch, Konsum, Verzehr, Verbrauchs
Κατανάλωση στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατανάλωση

κατανάλωση v strom 650, κατανάλωση αντωνυμο, κατανάλωση κρέατος, κατανάλωση νερού ανά κάτοικο, κατανάλωση νερού, κατανάλωση λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατανάλωση στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • καταμερισμός στα γερμανικά - verteilung, belegung, speicherverteilung, zuweisung, zuteilung, besetzung, allokation, ...
  • καταμετρώ στα γερμανικά - zusammenrechnen, kerbholz, übereinstimmen, zähler, summieren, berechnung, korrespondieren, ...
  • κατανέμω στα γερμανικά - zuteilen, zugeteilt, ration, zuteilung, Ration, Verhältnis
  • καταναλωτής στα γερμανικά - verbraucher, konsument, Verbraucher, Konsum, Consumer, der Verbraucher
Τυχαίες λέξεις
Κατανάλωση στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: zusammenfassung, konsum, verbrauch, Verbrauch, Konsum, Verzehr, Verbrauchs