Κατανάλωση στα γαλλικά

Μετάφραση: κατανάλωση, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
phtisie, consommation, vente, usure, débit, la consommation, de consommation, de la consommation, consommation de
Κατανάλωση στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κατανάλωση

κατανάλωση v strom 650, κατανάλωση αντωνυμο, κατανάλωση κρέατος, κατανάλωση νερού ανά κάτοικο, κατανάλωση νερού, κατανάλωση λεξικό γλώσσας γαλλικά, κατανάλωση στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • καταμερισμός στα γαλλικά - partage, attribution, allocation, affectation, répartition, la répartition, de répartition, ...
  • καταμετρώ στα γαλλικά - compter, consentir, s'accorder, calculer, acquiescer, concorder, marquer, ...
  • κατανέμω στα γαλλικά - rationnent, ration, répartir, portion, droit, réglementer, partager, ...
  • καταναλωτής στα γαλλικά - client, preneur, consommateur, consumériste, consommateurs, consommation, la consommation, ...
Τυχαίες λέξεις
Κατανάλωση στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: phtisie, consommation, vente, usure, débit, la consommation, de consommation, de la consommation, consommation de