Διήθηση στα φινλανδικά
Μετάφραση: διήθηση, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
suodatus, suodattamalla, suodatuksen, suodatuksella
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διήθηση
διήθηση ορισμός, διήθηση ελαιολάδου, διήθηση μυελού, διήθηση νερού, διήθηση πνευμονα, διήθηση λεξικό γλώσσας φινλανδικά, διήθηση στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- διέξοδος στα φινλανδικά - poistoaukko, halkio, pistorasia, tulivuori, räppänä, töpseli, pistorasiaan, ...
- διέπω στα φινλανδικά - vallita, hallita, säädellä, diepo
- διίσταμαι στα φινλανδικά - mielenosoitus, poiketa, poikkeavat, eroavat, poikkeavat toisistaan, eroavat toisistaan
- δια στα φινλανδικά - teitse, kautta, mukaan, esittäjä, jonka, by, tekijänä
Τυχαίες λέξεις
Διήθηση στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: suodatus, suodattamalla, suodatuksen, suodatuksella
Μεταφράσεις: suodatus, suodattamalla, suodatuksen, suodatuksella