Διήθηση στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: διήθηση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
филтрација, филтрирање, филтрацијата, на филтрирање, филтрирање на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διήθηση
διήθηση ορισμός, διήθηση ελαιολάδου, διήθηση μυελού, διήθηση νερού, διήθηση πνευμονα, διήθηση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, διήθηση στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- διέξοδος στα σλαβομακεδονικά - вулкан, излезот, излез, штекер, вентил, штекерот
- διέπω στα σλαβομακεδονικά - diepo
- διίσταμαι στα σλαβομακεδονικά - разминуваат, се разминуваат, разидуваат, отстапуваат, дивергира
- δια στα σλαβομακεδονικά - од страна на, од, со, од страна, по
Τυχαίες λέξεις
Διήθηση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: филтрација, филтрирање, филтрацијата, на филтрирање, филтрирање на
Μεταφράσεις: филтрација, филтрирање, филтрацијата, на филтрирање, филтрирање на