Διήθηση στα ισλανδικά

Μετάφραση: διήθηση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
síun, síast, Filtration, Siun, Sfun
Διήθηση στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διήθηση

διήθηση ορισμός, διήθηση ελαιολάδου, διήθηση μυελού, διήθηση νερού, διήθηση πνευμονα, διήθηση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, διήθηση στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • διέξοδος στα ισλανδικά - affall, útrás, innstungu, úttak, úttakið, úttaki
  • διέπω στα ισλανδικά - drottna, diepo
  • διίσταμαι στα ισλανδικά - víki, munur, stangast, stangast á, munur er
  • δια στα ισλανδικά - með, af, með því, eftir, með því að
Τυχαίες λέξεις
Διήθηση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: síun, síast, Filtration, Siun, Sfun