Διήθηση στα ισπανικά

Μετάφραση: διήθηση, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
filtración, de filtración, la filtración, filtrado, filtración de
Διήθηση στα ισπανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διήθηση

διήθηση ορισμός, διήθηση ελαιολάδου, διήθηση μυελού, διήθηση νερού, διήθηση πνευμονα, διήθηση λεξικό γλώσσας ισπανικά, διήθηση στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • διέξοδος στα ισπανικά - desembocadura, desagüe, abertura, orificio, salida, de salida, toma, ...
  • διέπω στα ισπανικά - regir, capitanear, gobernar, diepo
  • διίσταμαι στα ισπανικά - disidencia, divergir, divergen, diferir, apartarse, divergentes
  • δια στα ισπανικά - por, de, en, por el, por los
Τυχαίες λέξεις
Διήθηση στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: filtración, de filtración, la filtración, filtrado, filtración de