Ευάλωτος στα αλβανικά

Μετάφραση: ευάλωτος, Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i prekshëm, i cenueshëm, prekshme, pambrojtur, të prekshme
Ευάλωτος στα αλβανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευάλωτος

ευάλωτος πελάτης - άτομο άνω των 70 ετών, ευάλωτος συνωνυμο, ευάλωτος αντωνυμο, ευάλωτος λεξικο, ευάλωτος στα αγγλικα, ευάλωτος λεξικό γλώσσας αλβανικά, ευάλωτος στα αλβανικά

Μεταφράσεις

  • ετυμολογία στα αλβανικά - etimologji, etimologjia, etimologji e
  • ευάερος στα αλβανικά - i ajrosur, ajrosur, të ajrosur, ajrosura, i gëzuar
  • ευάρεστος στα αλβανικά - i këndshëm, i gatshëm, këndshëm, pranueshme, të pranueshme
  • ευέξαπτος στα αλβανικά - tekanjoz, temperament, me temperament, i paparashikueshëm, paparashikueshëm
Τυχαίες λέξεις
Ευάλωτος στα αλβανικά - Λεξικό: ελληνικά » αλβανικά
Μεταφράσεις: i prekshëm, i cenueshëm, prekshme, pambrojtur, të prekshme