Ευάλωτος στα λιθουανικά

Μετάφραση: ευάλωτος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
pažeidžiamas, pažeidžiami, pažeidžiamos, pažeidžiama, pažeidžiamų
Ευάλωτος στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευάλωτος

ευάλωτος πελάτης - άτομο άνω των 70 ετών, ευάλωτος συνωνυμο, ευάλωτος αντωνυμο, ευάλωτος λεξικο, ευάλωτος στα αγγλικα, ευάλωτος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευάλωτος στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ετυμολογία στα λιθουανικά - etimologija, etimologiją, etimologijos, neskirta
  • ευάερος στα λιθουανικά - erdvus, erdvūs, erdviame, erdvios
  • ευάρεστος στα λιθουανικά - malonus, priimtinas, maloniu, malonaus, sutiks
  • ευέξαπτος στα λιθουανικά - temperamentingas, temperamento, temperamentinga, temperamentingi
Τυχαίες λέξεις
Ευάλωτος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: pažeidžiamas, pažeidžiami, pažeidžiamos, pažeidžiama, pažeidžiamų