Ευάλωτος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ευάλωτος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ўразлівы, уразлівы, небяспечны, ўразлівым для хакерскіх нападаў
Ευάλωτος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ευάλωτος

ευάλωτος πελάτης - άτομο άνω των 70 ετών, ευάλωτος συνωνυμο, ευάλωτος αντωνυμο, ευάλωτος λεξικο, ευάλωτος στα αγγλικα, ευάλωτος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ευάλωτος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ετυμολογία στα λευκορωσικά - этымалогія, этымалёгія, Этымалогія Паходзіць, эцімалогія, этымалёгія гэтага
  • ευάερος στα λευκορωσικά - паветраны
  • ευάρεστος στα λευκορωσικά - прыемны, прыемная
  • ευέξαπτος στα λευκορωσικά - тэмпераментны, темпераментный
Τυχαίες λέξεις
Ευάλωτος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ўразлівы, уразлівы, небяспечны, ўразлівым для хакерскіх нападаў