Ικετεύω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ικετεύω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
просите, помолвам, прося, моля, умолявам, нач
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικετεύω
ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω, ικετεύω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ικετεύω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- ικανότητα στα βουλγαρικά - умение, способност, способността, възможността, способността на, способности
- ικεσία στα βουλγαρικά - молба, молбата, моление, молитва, молби
- ικρίωμα στα βουλγαρικά - бесилка, леса, скеле, платформа, скелет, скелето
- ιλυώδης στα βουλγαρικά - тинест, кален, мътен
Τυχαίες λέξεις
Ικετεύω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: просите, помолвам, прося, моля, умолявам, нач
Μεταφράσεις: просите, помолвам, прося, моля, умолявам, нач