Ικετεύω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ικετεύω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
бег, Го молат, бегови, молат, беговата
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικετεύω
ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω, ικετεύω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ικετεύω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ικανότητα στα σλαβομακεδονικά - способноста, способност, можноста, можност, способности
- ικεσία στα σλαβομακεδονικά - молитва, моление, настапување, молението, молба
- ικρίωμα στα σλαβομακεδονικά - скеле, губилиштето, губилиште, скелето, погубување
- ιλυώδης στα σλαβομακεδονικά - кашест, милни
Τυχαίες λέξεις
Ικετεύω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: бег, Го молат, бегови, молат, беговата
Μεταφράσεις: бег, Го молат, бегови, молат, беговата