Ικετεύω στα νορβηγικά
Μετάφραση: ικετεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bønnfalle, beg, på beg, tigge
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικετεύω
ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω, ικετεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ικετεύω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ικανότητα στα νορβηγικά - ervervelse, ferdighet, dyktighet, evne, evnen, muligheten, evne til, ...
- ικεσία στα νορβηγικά - bønn, påkallelse, ydmyke, supplication
- ικρίωμα στα νορβηγικά - skafott, stillas, galge, stillaset, rullestillaset
- ιλυώδης στα νορβηγικά - gjørmet, grumsete, sludgy
Τυχαίες λέξεις
Ικετεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: bønnfalle, beg, på beg, tigge
Μεταφράσεις: bønnfalle, beg, på beg, tigge