Ικετεύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: ικετεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
könyörög, Beg, koldulni, bég, koldulásra
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ικετεύω
ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω, ικετεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, ικετεύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ικανότητα στα ουγγρικά - szakképzettség, használhatóság, képesség, képességét, képes, képessége, képesek
- ικεσία στα ουγγρικά - könyörgés, könyörgéssel, könyörgésben, könyörgéstekben, a könyörgés
- ικρίωμα στα ουγγρικά - épületállvány, vérpad, nyújtóállvány, állványzat, vesztőhely, állvány, scaffold, ...
- ιλυώδης στα ουγγρικά - sárgás, érdes, sáros, iszapok, iszapos, lucskos
Τυχαίες λέξεις
Ικετεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: könyörög, Beg, koldulni, bég, koldulásra
Μεταφράσεις: könyörög, Beg, koldulni, bég, koldulásra