Ικετεύω στα ουκρανικά

Μετάφραση: ικετεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прохати, просіть, прощення, потенціальний, попрохати, потенційний, слугувати, просити, проситиме, проситимуть
Ικετεύω στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ικετεύω

ικετεύω αντίθετο, ικετεύω αρχαία, σε ικετεύω, ικετεύω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ικετεύω στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • ικανότητα στα ουκρανικά - уміння, доречність, спроможність, майстерність, здатності, придатність, спритність, ...
  • ικεσία στα ουκρανικά - молитва, благання, мольба
  • ικρίωμα στα ουκρανικά - шибениця, помочи, козли, цапи, плаха, ліси, лісу, ...
  • ιλυώδης στα ουκρανικά - плутання, брудний, брудне, брудну, брудна, найбрудніше
Τυχαίες λέξεις
Ικετεύω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прохати, просіть, прощення, потенціальний, попрохати, потенційний, слугувати, просити, проситиме, проситимуть